<<Αχ ,αν ξέρανε ποσο μας απωθουν αυτοί που μας την πέφτουν και δεν μας ελκύουν.Τι απεχθεια
προκαλει η ελπιδα στα ματια τους ,ποσο θελουμε απλα να τους ξεφορτωθούμε για να
τρέξουμε και εμείς με τη σειρά μας πίσω από άλλους >>,σκεφτοταν καθως
δοκιμαζε το μους από πουρε καροτου, κατω
από το βλεμμα της ξανθιας με το γαμψο μικρο δαχτυλο του ποδιου.
Όχι πως δεν του αρεσε να αρεσει.Απεναντιας.Λατρευε να
<<καθρεφτιζεται>> στα ματια των αλλων,ακομα και του ιδιου
φυλου.Αλλα μεχρι εκει.Αν η <<άλλη>> του ηταν αδιαφορη και
προχωρουσε παραπανω στην διεκδικηση του ,εκεινος ενιωθε την απειλη της εισχωρησης και αντιδρουσε ή
εξαφανιζοταν.
Το καθρεφτισμα ηταν
για αυτόν κατι εξαιρετικα
ζωτικο.Μικρος,όχι πανω από δεκα ετων,ειχε επισκεφθει μαζι με τους γονεις του
τον διασημο ζωολογικο κηπο της Βιεννης .Ειχε νιωσει βαρετα σε ολη την ξεναγηση
μεχρι το σημειο που βρεθηκε μποστα από τον χωρο που φιλοξενουνταν τα
παγωνια.Εκει βιωσε κατι σαν θρησκευτικη εμπειρια.Πανω από εκατο ατομα ειχαν
σταθει στο ημικυκλιο και κοιταζαν το ζευγος των δυο πουλιων.Ποσο βλακες του
ειχαν φανει ολοι που θαυμαζαν αυτές τις κοτες με τα πολυχρωμα φτερα.Αυτο όμως
που του ειχε κανει εντυπωση ηταν τα
ματια των ανθρωπων .Τα ματια.Ηταν υγρα από το θαυμασμο.Οταν ο πατερας του τον
σηκωσε στους ωμους του για να δει καλυτερα ,αυτος επικεντρωθηκε στα βλεμμα του
διπλανου του,ειδε το καθρεφτισμα του παγωνιου μεσα σε αυτό.
Εκτοτε κάθε φορα που ενιωθε μονος η βαρετα όπως τοτε(και
ηταν πολύ συχνο αυτό) ,εκανε ή ελεγε κατι εντυπωσιακο μεχρι να πετυχει στους εκαστοτε παρατηρητες του τα <<υγρα ματια>>. Ειχε γινει πολύ καλος
σε αυτό και συνηθως το πετυχαινε.Αυτή η
αισθηση ηταν σαν χαδι στην μοναξια αλλα κρατουσε λιγο.
Το σημερινο τραπεζι ηταν μια πρωτης ταξεως ευκαιρια για
καθρεφτισμα -ερωτικο ή μη- αλλωστε για αυτό ειχε παει.Ειχε καιρο να γεμισει τις
μπαταριες του.Ο οικοδεποτης τον ειχε
προλογισει ως έναν πολύ ενδιαφεροντα ψυχιατρο
.Εγειρε όπως παντα το κεφαλι προς τα αριστερα,τα ματια κοιταξαν σε ένα
αφηρημενο σημειο δηθεν βαθυστοχαστα και
αρχισε να μιλαει με το γνωριμο του υφος.Και αυτή τη φορα ,προσπαθησε να
παραλλαξει τις ιστοριες καθως στο
ακροατηριο θα μπορουσε να είναι καποιος που τις ειχε ξαναακουσει(του ειχε
συμβει παλαιοτερα και ηταν αρκετα ντροπιαστικο).Καθε ενα λεπτο περιπου σηκωνε
το κεφαλι να δει αν ειχε πετυχει τα <<υγρα ματια>> στους αλλους. Σε
λιγοτερα από δεκα λεπτα ο θαυμασμος ειχε
επιτευχθει.Αφου απαντησε σε διαφορες ερωτησεις, εχασε-όπως παντα-αμεσως το
ενδιαφερον του και αποσυρθηκε στο
μπουφε.
Ενας φιλος πριν χρονια τον ειχε αποκαλεσει φιγουρατζη και
ειχαν τσακωθει για αυτό.Αν και παντα ηταν ενημερος για το ότι εδινε μια
παρασταση ο συγκεκριμενος ορος του ειχε
φανει υποτιμητικος.Ισα ισα μεσα του ολο αυτο
ειχε αναχθει σε υψηλη τεχνη.Ενιωθε ενας καλλιτεχνης του
καθρεφτισματος.<<Τι και αν ειναι ενας ρολος ολο αυτό?Ολοι μας δεν
υιοθετουμε διαφορα προσωπεια?Ε, εγω το κανω και μαλιστα επιτυχημενα>> απαντουσε στον εαυτο του.
Στον μπουφε τον ακολουθησε μια ξανθια,ομορφουλα.Του ελεγε
ποσο αγγιξαν την ψυχη της αυτά που ειπε,ποσο τον καταλαβαινει ,τον φλερταρε
διακριτικα.Την αφησε να μιλαει γιατι ηθελε λιγο ακομα να βιωσει αυτή την
αντανακλαση.Ηξερε πως ειχε αναγκη τα λογια της
αλλα όχι την ιδια.Αν μπορουσε να απομονωσει τα χειλια και τα ματια της
θα το εκανε.Μονο αυτά χρειαζοταν.Μαλιστα οσο περισσοτερο του εκδηλωνε την προτιμηση της τοσο επεφτε στα ματια του .Του φαινοταν σαν τους χαζοτουριστες στη Βιεννη.
Θα μπορουσε όμως σημερα να χρειαστει και το κορμι της.Και θα
το χρησιμοποιουσε αν δεν ηταν καλοκαιρι
και δεν φορουσε πεδιλα γεγονος που αφηνε εκθετα τα δαχτυλα των ποδιων της.
Ειδε πως το μικρο της δαχτυλο ηταν γαμψο
σαν να ανήκει σε γερακι.Φοβηθηκε ότι θα τον κατασπαράξει.Του θυμισε τη μανουλα,και
αυτή δαχτυλο-γερακιου είχε,ετσι λοιπον και αυτος προτιμούσε πάντα τα ευθεία
δάχτυλα.Στο μουσείο του Λουβρου πριν χρονια κοιτουσε όλα τα αγαλματα στα ποδια
συνειδητοποιωντας πως στο αρχαιοελληνικο
κάλλος εμπεριεχονται τα κυρτα δαχτυλα,ολο αυτο του εκανε εντυπωση μεν αλλα
δεν τον επεισε.
Για να την ξεφορτωθει προφασιστηκε αδιαθεσια και αποχωρησε.
Στον δρομο του γυρισμου το ραδιοφωνο επαιζε ένα παλιο
πολωνικο βαλς που στα νιατα του το ειχε μαθει απεξω .Ηταν το τραγουδι που ειχε
συνδιασει με την μονη γυναικα που αγαπησε.Ο τιτλος του opium.
Οι λεξεις σου είναι σαν οπιο
με ζαλιζεις με το άρωμα σου
σαν οπιο.
Και προσευχομαι τα χαδια από το ψυθίρισμα σου
να κρατησουν για πάντα
όπως το ονειρο που έχει προκληθει από οπιο
Και γνωρίζω πως η αγάπη σου
που είναι πανούργα και κακή
θα με σκοτώσει μια μέρα
οπως το οπιο.
Δεν ενιωσε τιποτα.
<<Που την θυμηθηκαν αυτή την παλιατζουρα>>?
μονολογησε ,
και αλλαξε σταθμο.
Αθηνα,
21-02-2016
No comments:
Post a Comment